ξεστοκάρω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ξεστοκάρω < ξε- + στοκάρω < στοκ + -άρω < αγγλική stock < αγγλοσαξονική stocc < πρωτογερμανική *stukkaz (κορμός δέντρου)
Ρήμα
[επεξεργασία]ξεστοκάρω
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- ξεστοκάρισμα
- → δείτε τη λέξη στοκ
Κλίση
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ξεστοκάρω
|
Κατηγορίες:
- Λέξεις με πρόθημα ξε- (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)