παγωνιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παγωνιά οι παγωνιές
      γενική της παγωνιάς των παγωνιών
    αιτιατική την παγωνιά τις παγωνιές
     κλητική παγωνιά παγωνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παγωνιά < παγών(ω) + -ιά

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pa.ɣoˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πα‐γω‐νιά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

παγωνιά θηλυκό στον ενικό

  1. οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που δημιουργούν παγετό και γενικότερα το δριμύ ψύχος που μας κάνει να παγώνουμε
  2. ο παγετός

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]