παππούδων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Παππούδων

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

παππούδων αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]