πλουμί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πλουμί τα πλουμιά
      γενική του πλουμιού των πλουμιών
    αιτιατική το πλουμί τα πλουμιά
     κλητική πλουμί πλουμιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πλουμί < μεσαιωνική ελληνική πλουμίον < ελληνιστική κοινή πλοῦμον < λατινική pluma

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pluˈmi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πλου‐μί

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πλουμί ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]