προγραφή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η προγραφή οι προγραφές
      γενική της προγραφής των προγραφών
    αιτιατική την προγραφή τις προγραφές
     κλητική προγραφή προγραφές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προγραφή < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

προγραφή θηλυκό

  • η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προγράφω, η δίωξη των πολιτικών αντιπάλων ή η καταδίκη τους χωρίς δίκη

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]