προσομοιάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προσομοιάζω < λείπει η ετυμολογία

προσομοιάζω

  • που είμαι στο περίπου όμοιος με κατι άλλο, άλλον ή άλλη σχετική περίσταση
    πολλά ηλεκτρονικά παιχνίδια πολεμικού χαρακτήρα προσομοιάζουν το θέατρο της μάχης στον πόλεμο σε ικανοποιητικό βαθμό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]