πυλαίους

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

πυλαίους

  • πυλαίος, στην αιτιατική του πληθυντικού