πυρηνικοί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pi.ɾi.niˈci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πυ‐ρη‐νι‐κοί
- ομόηχο: πυρηνική
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]πυρηνικοί
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του πυρηνικός, αρσενικό