πυρηνικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]πυρηνικών
- γενική πληθυντικού του πυρηνικός
- γενική πληθυντικού του πυρηνική
- γενική πληθυντικού του πυρηνικό