ραδιογωνιόμετρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ραδιογωνιόμετρο τα ραδιογωνιόμετρα
      γενική του ραδιογωνιόμετρου των ραδιογωνιόμετρων
    αιτιατική το ραδιογωνιόμετρο τα ραδιογωνιόμετρα
     κλητική ραδιογωνιόμετρο ραδιογωνιόμετρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ραδιογωνιόμετρο < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική radiogoniometer < radio- (ραδιο-) + goniometer (γωνιόμετρο)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɾa.ði.o.ɣo.niˈo.me.tɾo/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ραδιογωνιόμετρο ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]