σιγανά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

σιγανά < σιγανός

Επίρρημα

[επεξεργασία]

σιγανά

  1. χωρίς να ακούγεται δυνατός ήχος
     συνώνυμα: σιγά

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

σιγανά