συμφώνως
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- συμφώνως < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική συμφώνως < σύμφων(ος) + -ως
Επίρρημα
[επεξεργασία]συμφώνως
Πηγές
[επεξεργασία]- σύμφωνος, σύμφωνα & συμφώνως - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- συμφώνως < σύμφων(ος) + -ως
Επίρρημα
[επεξεργασία]συμφώνως
- σύμφωνα με
Πηγές
[επεξεργασία]- συμφώνως, σύμφωνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ως (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επιρρήματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Απαρχαιωμένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ως (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)