σφαιρίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σφαιρίνη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σφαιρίνη θηλυκό
- σφαιρική πρωτεΐνη που παράγεται από το ήπαρ ή από το ανοσοποιητικό σύστημα