τριάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τιράζ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τριάζ < αγγλική triage < γαλλική triage < trier < λατινική tritus, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος tero < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *terh₁- (τυλίγω, συστρέφω)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τριάζ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]