τυπομάχος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τυπομάχος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τυπομάχος αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τυπομάχος
|
τυπομάχος αρσενικό
|