φλαπ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φλαπ < (άμεσο δάνειο) αγγλική flap

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φλαπ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]