χαπιών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /xaˈpçon/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐πιών
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]χαπιών ουδέτερο
- γενική πληθυντικού του χάπι