χλωριούχο νάτριο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | χλωριούχο νάτριο | τα | χλωριούχα νάτρια |
γενική | του | χλωριούχου νατρίου | των | χλωριούχων νατρίων |
αιτιατική | το | χλωριούχο νάτριο | τα | χλωριούχα νάτρια |
κλητική | χλωριούχο νάτριο | χλωριούχα νάτρια | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χλωριούχο νάτριο < → δείτε τις λέξεις χλωριούχος και νάτριο
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χλωριούχο νάτριο ουδέτερο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χλωριούχο νάτριο