ψιλικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα ψιλικά
      γενική των ψιλικών
    αιτιατική τα ψιλικά
     κλητική ψιλικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ψιλικά < ψιλός + ικά (πβ. αρχαία ελληνική ψιλικός)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ψιλικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]