ψυχιατρείο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ψυχιατρείο ουδέτερο
- χώρος όπου αντιμετωπίζονται σοβαρές ψυχικές βλάβες
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψυχιατρείο