ἔγγονος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἔγγονος < αρχαία ελληνική ἐν + γόνος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἔγγονος αρσενικό[1]
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ και θηλυκό στον Πλούταρχο