ἡττάομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἡττάομαι / ἡσσάομαι < ἧσσον / ἧττον

ἡττάομαι-ῶμαι (ἡττῶμαι)