ἴτε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: είτε, εἴτε

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ἴτε

  • β΄ πρόσωπο πληθυντικού στην προστακτική ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος εἶμι
  • β΄ πρόσωπο πληθυντικού στην προστακτική μέσου ενεστώτα του ρήματος ἔρχομαι
  • β΄ πρόσωπο πληθυντικού στην οριστική μέσου μέλλοντα του ρήματος ἔρχομαι

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]