ὑπερ-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ὑπερ- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ὑπερ-

Πρόθημα

[επεξεργασία]

ὑπερ-, ὑπέρ-

Σύνθετα

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ὑπερ- < ὑπέρ

Πρόθημα

[επεξεργασία]

ὑπερ-, ὑπέρ-

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Απόγονοι

[επεξεργασία]

ὑπερ- (αρχαία ελληνικά)

μεσαιωνικά ελληνικά: ὑπερ-
νέα ελληνικά: υπερ-
λατινικά: hyper- (δείτε και το παράλληλο super-)
διαγλωσσικοί όροι: hyper- για παλιότερους επιστημονικούς όρους
διαγλωσσικοί όροι: hyper- για επιστημονικούς και σύγχρονους όρους