-ι-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
-ι- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ι- σε αρχαία συνθετικά (όπως γαστρι-, ἀλεξι-) που ενυπάρχουν σε αρχαίες λέξεις που χρησιμοποιούνται και στα νέα ελληνικά ή σε επιστημονικούς όρους που προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά

Ένθημα

[επεξεργασία]

-ι- και -ί-

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
-ι- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ι-

Ένθημα

[επεξεργασία]

-ι- και -ί-



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
-ι- < λείπει η ετυμολογία

Ένθημα

[επεξεργασία]

-ι- και -ί-

Σύνθετα

[επεξεργασία]