-opa

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
-opa < op- + -a

-opa (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: σύνολο (από ίσα αντικείμενα, άτομα, κ.λπ.)

Παράγωγα

[επεξεργασία]

unuopa, kvaropa