FMI
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- FMI < Fonds monétaire international (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο)
Συντομομορφή[επεξεργασία]
FMI (fr) αρσενικό αρκτικόλεξο
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- FMI < Fondul Monetar Internațional (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο)
Συντομομορφή[επεξεργασία]
FMI (ro) αρκτικόλεξο