Feuer

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfɔɪ̯ɐ/
 
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Feuer (de) ουδέτερο

  • η φωτιά
    haben Sie Feuer? - έχετε φωτιά;

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Feuer < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Feuer αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Feuer < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Feuer αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [2]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Feuer < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Feuer αρσενικό ή θηλυκό

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [3]