aboulique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.bu.lik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
aboulique abouliques

aboulique (fr)