abrasif

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.bʁa.zif/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
abrasif abrasifs

abrasif (fr) αρσενικό