abscission
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ap.si.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
abscission | abscissions |
abscission (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
abscission | abscissions |
abscission (fr) θηλυκό