addressing
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]addressing (en)
- (πληροφορική) διευθυνσιοδότηση, διευθυνσιοδοσία[1]
- ※ geographical addressing and forwarding for point-to-point and point-to-multipoint communications / γεωγραφική διευθυνσιοδότηση και προώθηση για δισημειακές και σημειο-πολυσημειακές επικοινωνίες[1]
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]addressing (en)