albánčina
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σλοβακικά (sk)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]albánčina θηλυκό
- τα αλβανικά, η αλβανική γλώσσα
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ δείτε τη λέξη Albánsko
albánčina θηλυκό
→ δείτε τη λέξη Albánsko