allonym
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- ψευδώνυμο που αποτελεί και όνομα άλλου
- ψευδής και μη συναινετική τιτλοφόρηση έργου με όνομα άλλου
- (γλωσσολογία) συνώνυμο του coordinate term και του cohyponym