alto

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
alto altos

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

alto (fr) αρσενικό



ενικός ενικός πληθυντικός
αρσενικό alto altos
θηλυκό alta altas

Επίθετο

[επεξεργασία]

alto (es)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]



ενικός ενικός πληθυντικός
αρσενικό alto alti
θηλυκό alta alte

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

alto (it)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]



ενικός ενικός πληθυντικός
αρσενικό alto altos
θηλυκό alta altas

Επίθετο

[επεξεργασία]

alto (pt)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη altus