apache
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- apache < Apache, φυλή Ινδιάνων της Βόρειας Αμερικής
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
apache | apaches |
apache (fr) αρσενικό
- (παρωχημένο) ο απάχης, ο κακοποιός, ο μόρτης