atomicity
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
atomicity | atomicities |
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]atomicity (en)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- (βάσεις δεδομένων) ACID
- atomicity στην αγγλική Βικιπαίδεια