broadcast

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
broadcast broadcasts

broadcast (en)

ενεστώτας broadcast
γ΄ ενικό ενεστώτα broadcasts
αόριστος broadcasted, broadcast
παθητική μετοχή broadcasted, broadcast
ενεργητική μετοχή broadcasting

broadcast (en)