carabine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
carabine carabines

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

carabine (fr) θηλυκό