chausse-pied

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
chausse-pied < chausser + pied

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʃos.pje/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chausse-pied chausse-pieds

chausse-pied (fr) αρσενικό