come up to

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας come up to
γ΄ ενικό ενεστώτα comes up to
αόριστος came up to
παθητική μετοχή come up to
ενεργητική μετοχή coming up to

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
come up to < → δείτε τις λέξεις come, up και to

come up to (en)

  1. έρχομαι ως, πλησιάζω ως, φτάνω μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο
    The snow came up to my knees.
    Το χιόνι μου ερχόταν ως τα γόνατα.
     συνώνυμα: reach
  2. ανταποκρίνομαι

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]