diabète

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
diabète diabètes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

diabète (fr) αρσενικό