doigt

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
doigt < δημώδης λατινική ditus < λατινική digitus

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
doigt doigts

doigt (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]