every so often
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]every so often (en) (χωρίς παραθετικά)
- (ιδιωματισμός) κάθε τόσο
- ↪ The officer appears every so often.
- Ο αξιωματικός κάθε τόσο εμφανίζεται.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη occasionally
- ↪ The officer appears every so often.