faire la nique à
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρηματική έκφραση
[επεξεργασία]faire la nique à (fr)
- δείχνω την περιφρόνησή μου σε (κάποιον)
- (μεταφορικά) κοροϊδεύω, ειρωνεύομαι