ferme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: fermé

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ferme < απώτερη αρχή, λατινική firmus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dʰer- (κρατώ)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /fɛʁm/
 

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
ferme fermes

ferme (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
ferme fermes

ferme (fr) θηλυκό