fibre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
fibre fibres

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fibre (en)



      ενικός         πληθυντικός  
fibre fibres

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fibre (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]