fourth
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Αριθμητικό
[επεξεργασία]fourth (en)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fourth | fourths |
fourth (en)
- (μετρήσιμο, ειδικά αμερικανικά αγγλικά) το τέταρτο, το ένα από τα τέσσερα ίσα μέρη
- (μόνο στον ενικό) η τετάρτη ταχύτητα στο αυτοκίνητο
- (μουσική) η τετάρτη