gangrène

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
gangrène gangrènes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gangrène (fr) θηλυκό