garçonnet
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
garçonnet | garçonnets |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]garçonnet (fr) αρσενικό
- το αγοράκι
ενικός | πληθυντικός |
garçonnet | garçonnets |
garçonnet (fr) αρσενικό